Samak, συνοικία της πόλης Laman, πρωτεύουσας της ανατολίτικης επαρχίας Karaman. Η μικρή συνοικία είναι διάσημη για την καλλιέργεια του φυτού Μορίου της οικογένειας των συμβασιουχειδών και για το μοναστηριακό Ναό εκπαίδευσης των φημισμένων σε όλη την επικράτεια Γενίτσαρων του Samak.
Οι Γενίτσαροι του Samak είναι επίλεκτα σώματα προστασίας της πολιτικής και πνευματικής περιουσίας του Ναού, γόνοι εξαίρετων και θρησκόληπτων οικογενειών, που εξαναγκάζονταν από νεαρή ηλικία σε τυφλή υπακοή κι αφοσίωση στο Ιερατείο που διοικεί το Ναό. Ετερόφωτοι, ανοργασμικοί και υπόδουλοι, οι περισσότεροι αποτελούν τον ανθό της συνοικίας και απολαμβάνουν την εμπιστοσύνη των διορισμένων Επιτρόπων του Ναού. Με τον καιρό εξελίχθηκαν σε παραθρησκευτικό κέντρο εξουσίας, στα εσωτερικά θέματα εργασίας και στις οικονομικές διεκδικήσεις, πάντοτε στρεφόμενοι κατά των αντιφρονούντων και ουδέποτε κατά των Επιτρόπων και του Ιερατείου.
Οι βαθμοφόροι Γενίτσαροι είναι οι λεγόμενοι "Τουρνατζή Μπασήδες" που δρουν ως στρατολόγοι των νεοσυλλέκτων, από τους καταλόγους που παραδίδουν οι δημογέροντες όλης της πόλης. Στη συνέχεια ακολουθεί το βάπτισμα εις το όνομα της τοπικής Θεάς στο Μητροπολιτικό Ναό ( Ηραίο) κι ο εξηραϊσμός τους. Οι μεν ευφυέστεροι αυτών παραχωρούνται στην υπηρεσία του Ηραίου, οι δε υπόλοιποι συγκροτούν τους "Ατζαμί Ογλάν" (= αδαείς, προπαιδευόμενοι) που εκπαιδεύονται σε ειδικά τμήματα - σταθμούς στην πειθαρχία, τη σκληραγωγία και την αντοχή σε κάθε μορφή βίας και μετά το πέρας της εκπαίδευσης εισέρχονταν στο σώμα των Γενιτσάρων επιδεικνύοντας τυφλή υπακοή και πίστη στο Ιερατείο.
Γενικός Διοικητής όλων των μονάδων των Γενίτσαρων ήταν μέχρι πρότινος ο Αρχιερέας "Γενίτσαρι Αγάς" που ήταν υπεύθυνος για τη στρατολόγηση των "Ατζαμί", την εκπαίδευσή τους, τη συνεχή εκπαίδευση όλων των ταγμάτων, την ασφάλεια κατά τις μετακινήσεις τους, τη στρατιωτική πειθαρχία και τακτική, καθώς και για όλα τα θέματα διοικητικής μέριμνας, (τροφοδοσία, διανομής λαφύρων, πληρωμών κ.λ.π.). "Τιμής ένεκεν" τον τίτλο αυτό φέρει και ο Ιερέας Forak αν και είναι συμβολικά Επίτροπος του τρίτου σηκού του Ναού. Οι πληρωμές των Γενίτσαρων , όπως κι όλων των δουλικών, γίνονταν ανά μήνα από το Α.Τ.Μ του πρόναου.
Παρά ταύτα ο έτερος Καππαδόκης Ιερέας Pezan, πηγαίνει ο ίδιος στη Διοίκηση των Γενίτσαρων και λαμβάνει από εκεί το μισθό του Επιτρόπου του δευτέρου σηκού, ως ανταμοιβή στο δικό του πρόσωπο για την ανάπτυξη της αφοσίωσης, της τυφλής υποταγής και της πίστης των Γενίτσαρων στα ιδανικά του Ιερατείου.
Στους Γενίτσαρους απαγορεύεται άλλο επάγγελμα και όλοι οι στρατολογημένοι εξηραΐζονται υποχρεωτικά. Σταδιακά αποκτούν μεγάλη πνευματική και πολιτική δύναμη έναντι των Επιτρόπων. Οι Γενίτσαροι, εξηραϊσθέντες πλέον, γίνονται οι πιο φανατικοί υπέρμαχοι των διεκδικήσεων του Ναού, αφού πλέον τίποτε δεν τους συνδέει με την ομαλή οικογενειακή και κοινωνική ζωή – έχοντας λησμονήσει γονείς, αδέλφια, συγγενείς, φίλους, συναδέλφους και γενέτειρα γη – με συνέπεια να θεωρούνται οι φανατικότεροι αλλά και οι καλύτεροι υπερασπιστές του εκάστοτε Ιερατείου.
Τα τελευταία 2-3 χρόνια άρχισαν να εισέρχονται στα σώματα των Γενίτσαρων νέοι και παλιότεροι αγρότες, μικροκαλλιεργητές κυρίως επιδοτούμενοι στην καλλιέργεια των Μορίων, με διευκολύνσεις ωραρίων και αποσπάσεων και υποσχέσεις διορισμού στις υπηρεσίες του Ναού, ενώ φαίνεται ότι πλέον το δικαίωμα εισδοχής στο Επίλεκτο Σώμα των Γενίτσαρων έχει γίνει και κληρονομικό (π.χ. από τον πατέρα στο γιό και από τη μητέρα στην κόρη).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου